Δευτέρα 16 Ιουνίου 2008

Δεν είν'ο κόσμος σου αυτός - Ρόδες & Ελευθερία Αρβανιτάκη


Είν'η νύχτα αυτή καυτή και έχει ρώμη φωτεινή
είναι μουντό το πρωί και είναι μια μέρα σκοτεινή
είναι μια ανάσα η χρονιά κι είναι η εποχή μια πνοή
κι είναι μεγάλη και αιώνια σαν μια ρουφηξιά η ζωή

Κι είν'η γη στρογγυλή κι όμως ο κόσμος αυτός είναι επίπεδος
κι ο νους από το φώς είναι ταχύτερος πρώτος και καλύτερος
κάθε γιός «Χριστός» κάθε πόρνη «Παναγιά»
κάθε κόρη «Αφροδίτη» και κάθε μάνα «μηλιά»

Και με χάρη και μακάρι και κάθε εχθρός «παλικάρι»
κάθε πόλεμος «αγώνας» κάθε ποιήμα «προσευχητάρι»
κι είν'οι μπόμπες πεφταστέρια σ'Αυγουστιάτικη βραδιά
κι είναι κοσμήματα τα βόλια κρεμασμένα στη καρδιά!

(Φοβάμαι) πως δε θ' αντέξω την ομορφιά
(Κοιμάμαι) μα έχω τα μάτια μου ανοιχτά
(Θυμάμαι) τι μού'χες πει μια νυχτιά
Πριν ονειρευτώ να σιγουρευτώ πως θά'χω τα βλέφαρα μου κλειστά
(Ελευθερία)

Δεν είν'ο κόσμος σου αυτός είναι διαφορετικός
σού'χα πει μια νυχτιά θυμάμαι...
Πως ό,τι φαίνεται είν'αλλιώς κι ό,τι φτιάχνεις ουρανός
με βροχή και φωτιά φοβάμαι...

Έχει ένα κρύο πηχτό και έχει ένα καύσωνα σκληρό
έχει ένα κόκκινο ουρανό κι έναν ήλιο μακρυνό
μα εγώ χαμπάρι (κοιμάμαι) για τη μεγάλη στιγμή
που θα γίνουν οι πιο μπερδεμένες λέξεις αριθμοί

Καθαροί οι ρυθμοί της φασαρίας μουσική
νά'σαι εκεί μού'χες πει που βγάζουν όλοι οι προορισμοί
για να δεις δημιουργώ την ανθρωπότητα (πάμε)
για καλλιτέχνη (φοβάμαι) τη καθημερινότητα

Συγκίνηση, φόβος κι αυτοεκτίμηση
βλέποντας νέους ζωγράφους να ξεπηδούν απ'τη διαφήμιση
Και από τους βρόμικους κόλπους της δημοσιογραφίας
ένα νέο κύμα λογοτεχνίας
απ'τις κατώτερες τάξεις, φιλοσόφων παρατάξεις
κι απ'τις προνομιούχες κοινωνικές αναταράξεις
ένας δευτερος ήλιος θα ρίχνει δεύτερες σκιές
ΚΑΘΩΣ ΘΑ ΣΚΑΝΕ ΕΚΑΤΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΠΥΡΗΝΙΚΕΣ ΚΕΦΑΛΕΣ!
(Ελευθερία)

Δεν είν'ο κόσμος σου αυτός είναι διαφορετικός
σού'χα πει μια νυχτιά θυμάμαι...
Πως ό,τι φαίνεται είν'αλλιώς κι ό,τι φτιάχνεις ουρανός
με βροχή και φωτιά φοβάμαι...

Ήταν τα λόγια σου γλυκά και τα φιλιά σου πικρά
τα ταξίδια μεγάλα τα φτερά σου μικρά
είχες φουρτούνα στα μάτια και μια πλημμύρα στη κόχη
ένα σου χάδι δυο ζωές ένα σου «ναί» δυο «όχι».

Βρήκα μια θάλασσα κρυφή ήπια μια θάλασσα στιφή
μου κανε δώρο ένα ξερόβραχο η ζωή και εγώ σ'αυτή
μια τελευταία αναπνοή κι ένα βυθό για κρεβάτι
κι άνοιξα υδάτινο δρόμο στο μονοπάτι του εφιάλτη
και μ'έβγαλε έξω απ'το μπουκάλι.

(Φοβάμαι) με μια ζάλη παστρικιά κι ένα βρόμικο μυαλό πάλι
(νά'μαι) στο ίδιο παιχνίδι ξανά
έγινε η σέντρα κι είχαμε όλοι μας τα χέρια ανοιχτά!
Φοβάμαι, πέσαν τα φώτα ξανά
κι έμεινα μόνος στο τσιμέντο με τα καθίσματα αδειανά
κι έγινε το βλέμμα μου παράθυρο για να το σκάσω απ'το παρόν
μα ήταν όνειρο μόνο
ΚΕΚΛΕΙΣΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΘΥΡΩΝ!
(Ελευθερία!)

Δεν είν'ο κόσμος σου αυτός είναι διαφορετικός
σού'χα πει μια νυχτιά θυμάμαι...
Πως ό,τι φαίνεται είν'αλλιώς κι ό,τι φτιάχνεις ουρανός
με βροχή και φωτιά φοβάμαι...
Δεν είν'ο κόσμος σου αυτός είναι διαφορετικός
σού'χα πει μια νυχτιά θυμάμαι...

1 σχόλιο:

Βασίλης είπε...

Ο κόσμος είναι φριχτός και μικρός
Μην τους ακούς!!!
Δυνατά, κράτα τα φώτα ψηλά
Και μη φοβηθείς!!
Κι όταν σιγά θα χαθείς μες’ στη φωτιά
Να έχεις τα αυτιά ανοιχτά και να ακούς!
Μη χαριστείς στη Νυχτιά
Πυρπόλησε
Και Μη κρατηθείς!!
Προχώρα, τράβα μπροστά
Κι ας μείνεις μισός
Ποτέ μα ποτέ
ΜΗΝ ΥΠΟΤΑΧΘΕΙΣ!!!
Την καλησπέρα μου
Και καλά ταξίδια στην μαγική σφαίρα των blog