"Two roads diverged in a wood, and I, I took the one less traveled by, and that has made all the difference" - Robert Frost, Road Not Taken
Πέμπτη 5 Απριλίου 2012
Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011
I dance around this empty house Tear us down, throw you out Screaming down the halls Spinning all around and now we fall
Pictures framing up the past Your taunting smirk behind the glass This museum full of ash Once a tickle, now a rash
This used to be a Funhouse But now it's full of evil clowns It's time to start the countdown I'm gonna burn it down, down, down I'm gonna burn it down
9, 8, 7, 6, 5, 4, 3, 2, 1, fun
Echoes knocking on locked doors All the laughter from before I'd rather live out on the street Than in this haunted memory
I've called the movers, called the maids We'll try to exorcise this place Drag my mattress to the yard Crumble, tumble house of cards
This used to be a Funhouse But now it's full of evil clowns It's time to start the countdown I'm gonna burn it down, down, down
This used to be a Funhouse But now it's full of evil clowns It's time to start the countdown I'm gonna burn it down, down, down I'm gonna burn it down
9, 8, 7, 6, 5, 4, 3, 2, 1, fun
I'm crawling through the doggy door My key don't fit my life no more I'll change the drapes, I'll break the plates I'll find a new place, burn this fucker down
Do, do, do, do, do, do, do Do, do, do, do, do, do, do Do, do, do, do, do, do, do Do, do, do, do, da, da, da, da
Do, do, do, do, do, do, do (9, 8) Do, do, do, do, do, do, do (7, 6) Do, do, do, do, do, do, do (5, 4, 3) Do, do, do, do, do, do, do (2, 1)
This used to be a Funhouse But now it's full of evil clowns It's time to start the countdown I'm gonna burn it down, down, down I'm gonna burn it down
Το κατάλαβα από την στιγμή που με ρώτησαν αν έμαθα τι έπαθε η Ν. Αλλά όπως πολλές άσχημες ή άβολες καταστάσεις, αν δεν το ακούσεις ευθέως δεν θες να το πιστέψεις.
Δεν πόνεσα πολύ. Δεν είχαμε έρθει ποτέ τόσο κοντά, δεν είχα προλάβει να την βοηθήσω όλο αυτό το διάστημα ενώ το είχα πει πολλές φορές. Αλλά δεν νιώθω τύψεις που δεν πρόλαβα, θα ήταν πολύ εγωιστικό εκ μέρους μου. Στεναχωρέθηκα όμως για ό,τι έγινε.
Ο Κ έμεινε εκεί όλη νύχτα, αυτός την ξέρει καλά, χρόνια τώρα. Μου είπε τι έγινε την ώρα του φαγητού. Το πως και το γιατί δεν το ρώτησε ούτε ο ίδιος - ούτε νόημα θα είχε για εμάς ούτε θέμα συζήτησης θα ήταν για την Ν, ειδικά εκείνο το βράδυ.
Στεναχωρέθηκα όμως. Διότι ήταν απόφασή της, μια όμορφη απόφαση ζωής. Και ξέρω ότι για αυτήν σήμαινε πολλά.
Είναι κάπως αστείο, σε μια τέτοια στιγμή συζήτησης με τον Κ εγώ να θυμάμαι μια σκέψη που είχα αφήσει από καιρό πίσω μου. Ζηλέυω τις γυναίκες, για ένα και μόνο λόγο: την αίσθηση του παιδιού να μεγαλώνει μέσα τους. Μια αίσθηση που δεν θα μάθω ποτέ.
Μια αίσθηση που η Ν είχε για 7 μήνες. Και μετά η σιωπή...
Φαντάσου ένα ζευγάρι, έναν άντρα και μια γυναίκα γύρω στα 25-30. Καστανόξανθοι και οι δύο. Αυτός έχει το μαλλί ράστα, έτσι σφιχτά πρέπει να του φτάνει πιο κάτω από τον ώμο. Αυτή τα έχει ίσια σχετικά, στο ίδιο μήκος μεταξύ τους και στο ίδιο μάκρος με εκείνου.
Είναι ξαπλωμένοι αγκαλιά. Εκείνος ελαφρά στο αριστερό πλάι, για να την αγκαλιάζει πιο εύκολα. Τη φιλάει απαλά στο στόμα, κι έχει κλειστά τα μάτια. Εκείνη είναι παραδομένη στο φιλί του, η ύπαρξή της είναι συγκεντρωμένη στα χείλη της, και η καρδιά της ανοιχτή και εύθραυστη στα χέρια του σαν φρεσκοκομμένο λουλούδι.
Το ζευγάρι καλύπτει μέχρι χαμηλά το λαιμό ένα διπλό πάπλωμα. Το δεξί του χέρι είναι σχεδόν από πάνω, και της αγγίζει το πρόσωπο. Το πάπλωμα είναι πολύχρωμο, σαν μπαλωμένο από πολλά διαφορετικά υφάσματα με σχέδια. Θυμίζει κάτι που θα μπορούσε να είχε η γιαγιά σου, αλλά με πιο όμορφα σχέδια, κάτι όπως το σπίτι της Αμελί, αν την έχεις δει.
Δίπλα σε αυτόν υπάρχουν κάποιες τσάντες με πράγματα, αλλά είναι κάτω από το πάπλωμα και δεν μπορείς να τα δεις. Είναι ακουμπισμένες στα κάγκελα. Αυτά είναι μαύρα, αλλά δύσκολο να πεις με σιγουριά στο μισοσκόταδο. Ίσως και να είναι σκούρα πράσινα. Πάνω από το κεφάλι τους όμως, ο τοίχος είναι σίγουρα από κόκκινα τούβλα. Τα έχεις ξαναδεί, από αυτά που είναι φτιαγμένα να φαίνονται πως είναι χτισμένα.
Δίπλα της είναι κενό για κανένα μέτρο, μετά ένα δέντρο και ύστερα τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Κι εσύ περνάς, και πας για βόλτα στην προς την πρώτη λεωφόρο.